- Κνωσιος
- ΚνώσιοςI3досл. кносский, перен. критский Her., Soph., Eur.IIὅ житель города Кнос Plat. etc.
Древнегреческо-русский словарь - М.: ГИИНС. Дворецкий И.Х.. 1958.
Древнегреческо-русский словарь - М.: ГИИНС. Дворецкий И.Х.. 1958.
ЭНЕСИДЕМ — ЭНЕСИДЕМ (ΑΙνησίδημος) из Кносса (сер. 1 в. до н. э.?), античный философ скептик, первоначально сторонник платоновской Академии, с которой порвал по причине «догматизма» современных ему академиков (Филона из Ларисы и др.) и основал… … Античная философия
σκεπτικός — ή, ό / σκεπτικός, ή, όν, ΝΑ, και σκεφτικός, ή, ό, θηλ. και ιά, Ν [σκέπτομαι / σκέφτομαι] 1. αυτός που ανήκει ή αναφέρεται στη σκέψη ή στον σκεπτικισμό 2. (το αρσ. πληθ. ως ουσ.) οι σκεπτικοί (φιλοσ.) φιλόσοφοι τής αρχαιότητας, όπως ο Πύρρων ο… … Dictionary of Greek
φιλοκνώσιος — ὁ, Α αυτός που τρέφει φιλικά αισθήματα για τους Κνωσίους τής Κρήτης. [ΕΤΥΜΟΛ. < φιλ(ο) * + Κνώσιος (< Κνωσός)] … Dictionary of Greek